Δευτέρα 29 Ιουνίου 2009

20+2 χρόνια πριν...



Τα τελευταία βράδια είναι πιο δροσερά και πιο καλοκαιρινά. Τέτοια εποχή κάθε χρόνο από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ήμουν πάντα στη θάλασσα για διακοπές και για μπάνια. Με το πέρας των εξετάσεων φεύγαμε με τη μητέρα μου και τα αδέρφια μου την επόμενη κιόλας ημέρα.

Πηγαίναμε για μπάνιο κάθε μέρα. Όταν ήμασταν πιο μικροί εγώ και τα αδέρφια μου πηγαίναμε με τη μητέρα μας από το πρωί στην παραλία και καθόμασταν όλη την ημέρα. Γυρίζαμε αργά το απόγευμα και μετά αφού αλλάζαμε ρούχα κατευθείαν στην πλατεία για παιχνίδι. Αθώες εποχές γεμάτες αναμνήσεις… Πέρασαν τα χρόνια και συνεχίζαμε να πηγαίνουμε για μπάνιο κάθε μέρα πρωί και απόγευμα πλέον, δεν μέναμε στη παραλία το μεσημέρι και πάντα το βράδυ στην πλατεία. Η ζωή κυλούσε στον ίδιο ρυθμό κάθε ημέρα.

Ο καιρός πέρασε και εκείνα τα παιδιά μεγάλωσαν. Το κορίτσι ενηλικιώθηκε και τα αδέρφια της μεγάλωσαν και αυτά. Σταμάτησαν να πηγαίνουν στη θάλασσα καθημερινά για μπάνιο. Σταμάτησαν να συχνάζουν στην πλατεία. Ο καθένας τους πια είχε άλλες προτιμήσεις. Όλοι τους όμως είχαν βαρεθεί εκείνη την εποχή. Και η αλήθεια είναι πως δεν ήταν και λίγα τα χρόνια που ξόδεψαν σε αυτή. 20 ολόκληρα καλοκαίρια μετρούσε το κορίτσι και συλλογιζόταν πώς πέρασαν, τι έζησε, τι έμαθε και πως ωρίμασε μέσα από αυτά. Και όμως, εκείνα τα καλοκαίρια την ωρίμασαν. Όλους τους ωρίμασαν. Δεν μπορούσε να πει αν είχε μετανιώσει για όλα αυτά που είχε περάσει και της είχαν συμβεί. Ίσως ήθελε όλα να μείνουν όπως τα είχε βρει τότε πριν 20+2 χρόνια.

Σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα παραπάνω.

Σκόρπιες σκέψεις τριγύριζαν καμιά φορά τη σκέψη της. Εικόνες από το παρελθόν έρχονταν και έφευγαν σαν κλέφτες στο μυαλό της. Από το πορτ-μπεμπέ και το κόκκινο καρότσι με τη άφαντη ομπρελίτσα, από το λάστιχο στα ξύλα και τα κρεβάτια στη σειρά, την κούφια συκιά, τα πλαστικά τραπέζια και το ατέλειωτο παιχνίδι στο ανώμαλο τσιμέντο, μέχρι την τουαλέτα, τα παιχνίδια, τις παρέες, τα ψάρια, το δίπορτο και όλα αυτές τις μικρές μα διόλου ασήμαντες στιγμές. Όλα είχαν να της δώσουν και από ένα μάθημα. Ένα μάθημα ζωής που το χρειάστηκε για τα μετέπειτα χρόνια της. Πώς έζησε πάντως κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες είναι ένα αξιόλογο ερώτημα. Ίσως επειδή δεν συνειδητοποιούσε τότε την όλη κατάσταση. Όπως και να έχει ένα είναι σίγουρο. Πως αυτό δεν θα μπορούσε να επαναληφθεί ποτέ ξανά.

Και ερχόμαστε ξανά στο σήμερα και συγκεκριμένα στο τώρα. Ξαπλωμένη στο καναπέ του σαλονιού με ανοιχτό το τζάμι να με χτυπάει το κρύο αεράκι της νύχτας και να σκέφτομαι πως και αυτό το καλοκαίρι όπως το προηγούμενο θα με βρει στην Αθήνα. Η εξεταστική τελειώνει, ο Ιούλης έρχεται και η δουλειά με περιμένει. Διακοπές αβέβαιες και τυχερές αν κάτσουν, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Καμιά φορά τα καλύτερα έρχονται εκεί που δεν τα περιμένεις.

Τελειώνοντας έχω να πω μόνο πως για πρώτη φορά έγραψα χωρίς να έχω ένα συγκεκριμένο θέμα στο μυαλό μου, αλλά μόνο και μόνο επειδή το επιθυμούσα πολύ. Δεν ξέρω αν μου αρέσει να πληκτρολογώ απλά στον υπολογιστή μου ή πραγματικά νιώθω την ανάγκη να γράψω, αλλά πραγματικά όταν αρχίζω δεν θέλω να τελειώσω. Όμως, όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν και αυτά και μένει μοναχά η γεύση τους μετά, το τελευταίο μόλις το εμπνεύστηκα! Σας αφήνω προς το παρόν με μια ανάρτηση που έπρεπε να γραφεί εδώ και κάποιες μέρες όπως διαπιστώνω τελικά. Καλό σας βράδυ αγαπητοί μου =)